Unknown

Η λογοκρισία στη δισκογραφία και στα θεάματα

Ήταν 1936, ο Ιωάννης Μεταξάς, σε συνεργασία με το βασιλιά Γεώργιο, στις 4 Αυγούστου κατάργησαν τον κοινοβουλευτισμό και επέβαλαν την Μεταξική δικτατορία που κράτησε μέχρι το 1941 που η χώρα περιήλθε στις δυνάμεις Κατοχής του Γερμανικού άξονα. Όπως και στην μετέπειτα Χούντα του Παπαδόπουλου οι θέσεις του «Νέου Κράτους» όπως το ονόμασε ο Μεταξάς ήταν “Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια” και για να κερδίσει ευρύτερη λαϊκή αποδοχή ίδρυσε και την  Εθνικής Οργάνωσης Νεολαίαςμε αρχηγό το τότε διάδοχο Παύλο! Οι οπαδοί του καθεστώτος θεωρούσαν ότι οι σύγχρονοι Έλληνες θα πρέπει να είναι συνεχιστές του Αρχαίου  και του Βυζαντινού  Πολιτισμού και να έχουν ως σκοπό τη φυλετική ενότητα και τη διατήρηση των παραδόσεων του έθνους . Όποιος και ότιδήποτε άφηνε υποψίες για εναντίωση στο καθεστώς τιμωρούνταν και η εξορία οργίαζε. Ακόμη και αν δεν προέκυπταν στοιχεία τεκμηρίωσης του υποτιθέμενου αδικήματος, αρκούσε η εικασία να εξοριστείς για ψύλλου πήδημα. Άν και ο Μεταξάς ήταν μορφωμένος και ιδιαίτερα φιλότεχνος, ήταν σκληρός με όποιον ήταν ιδεολογικά αντίθετα με το καθεστώς. Στο στόχαστρο βρέθηκαν όλοι οι ρεμπέτες και ειδικά αν χρησιμοποιούσαν μπουζούκι.

 

Στις αρχές του 1936 η Columbia ηχογραφεί το σατιρικό τραγούδι « Η Βαρβάρα» που έγραψε ο Παναγιώτης Τούντας και ερμήνευσε ο Στελλάκης Περπινιάδης. Ο δίσκος σημείωσε μεγάλη εμπορική επιτυχία και κάποιος έβαλε στα αυτιά της Χούντας ότι τα καμώματα της Βαρβάρας υπονοούν την κόρη του Μεταξά που έκανε παρόμοια ζωή. Αν και αυτό δεν στοιχειοθετήθηκε ούτε δηλώθηκε ποτέ και από κανέναν ήταν αρκετό να κατασχεθούν όλοι οι δίσκοι γραμμοφώνου όπου κι αν βρίσκονταν (σε σπίτια σε μαγαζιά σε πλανόδιους πωλητές στη δισκογραφική εταιρεία, οπουδήποτε) και να απαγορευτεί η δημόσια εκτέλεση του τραγουδιού για πάντα λόγω «του άσεμνου περιεχομένου του».

Όλοι δε οι συντελεστές της έκδοσης (μουσικοί, τραγουδιστής, συνθέτης και παραγωγός) παραπέμφθηκαν σε δίκη μαζί με πολλούς απλούς ιδιώτες που έτυχε να έχουν αγοράσει το δίσκο. Το εντυπωσιακό ήταν ότι είχαν διαταχθεί οι χωροφύλακες όταν βρίσκουν δίσκους της ‘’Βαρβάρας’’ να τους σπάνε και έτσι κάποιοι πλανόδιοι έμποροι που υπήρχαν τότε στην Αθήνα χρεοκόπησαν διότι οι χωροφύλακες δεν έψαχναν τη ‘’Βαρβάρα’’ έσπαγαν οτιδήποτε για είναι σίγουροι. Μάλιστα ένας γέροντας δισκοπώλης ρωτάει τον Χωροφύλακα: «Καλά βρε παιδί μου σπάστα αλλά πες μου γιατί να ξέρω κι εγώ να μην το ξανά κάνω.» και του απαντά ο χωροφύλακας αμήχανος: «Λες ότι ξέρω και εγώ γιατί …» Τρομοκρατημένοι οι μουσικοί έμαθαν αργότερα ότι με τη «Βαρβάρα» υπονοούσαν την Μεταξά.

Και έτσι το πράγμα γενικέυτηκε και εκδόθηκαν οι αναγκαστικοί νόμοι 445 και 955 του 1937, το Νομοθετικό Διάταγμα 1108 του 1942 και ο Νόμος 485 του 1943 των κατοχικών κυβερνήσεων που έθεσαν το νομικό πλαίσιο άσκησης προληπτικής λογοκρισίας στον στους δίσκους στις κινηματογραφικές ταινίες σε θεατρικές και εν γένει καλλιτεχνικές παραστάσεις, σε ραδιοφωνικές εκπομπές και σε χίλιες δυο ακόμη κοινωνικές εκδηλώσεις. Οι νόμοι αυτοί καρατόμησαν εκατοντάδες πνευματικά έργα σ’ όλους τους χώρους της και συνεχίστηκε η ισχύς τους μέχρι την επόμενη δικτατορία του Παπαδόπουλου που τους εμπλούτισε και συνέχισαν τη καταστροφή τους και επί Καραμανλή και αργότερα.

Πριν τη Μεταπολίτευση εκτός από τη Βαρβάρα, λογοκρίθηκαν και απαγορεύτηκε η κυκλοφορία πολλών ακόμη τραγουδιών όπως ‘’Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι’’, του Απόστολου Καλδάρα, «Τα παιδιά του Πειραιά» του Μάνου Χατζιδάκι που ερμνηνεύει η Μελίνα Μερκούρη, το “Να ‘τανε το ’21” του Σταύρου Κουγιουμτζή, οι αρχικοί στίχοι είχαν τη φράση “…και να κρατάω τις νύχτες με τ’ άστρα, μια Τουρκοπούλα αγκαλιά”. Με αυτούς τους στίχους ηχογραφήθηκε αρχικά το 1969 σε δίσκο 45 στροφών. Ϋστερα διάβημά της Τουρκικής Πρεσβείας η Λογοκρισία αποφάσισε την απόσυρση του δίσκου από την αγορά γιαυτό το τραγούδι ξαναηχογραφήθηκε με αλλαγμένη τη φράση σε “…και να κρατάω τις νύχτες με τ’ άστρα, μια ομορφούλα αγκαλιά..

Για την παραγωγή δίσκων γραμμοφώνου προβλέπονταν τα εξής: Αναγκαστικός Νόμος 1619 / 1939, άρθρο 21: «Προ πάσης φωνοληψίας εν Ελλάδι υποβάλλεται εις την Διεύθυνσιν Λαϊκής Διαφωτίσεως του υφυπουργείου Τύπου και Τουρισμού αίτησις της ενδιαφερομένης δια ταύτην εταιρίας φωνογραφικών δίσκων, περί χορηγήσεως σχετικής αδείας. Την αίτησιν ταύτην μεθ’ όλων των στοιχείων η Δ/σις Λαϊκής Διαφωτίσεως διαβιβάζει εις την προς τούτο αρμοδίαν επιτροπήν, αποτελουμένην α) εκ του Δ/ντού Λ. Διαφωτίσεως ως προέδρου, β) εξ ενός τμηματάρχου του Εσωτερικού Τύπου, γ) εξ ενός τμηματάρχου της Λ. Διαφωτίσεως και δ) εκ δύο καλλιτεχνών ειδικευμένων περί την δημοτικήν και λαϊκήν μουσικήν. (…). Η επιτροπή αποφαίνεται υπέρ της χορηγήσεως αδείας, είτε περί της απαγορεύσεως αυτών ή τροποποιήσεως ωρισμένων στίχων, καθώς και της μεταλλαγής ωρισμένων σημείων της μουσικής, εφ’ όσον ήθελε κρίνει ότι άσμα τι θίγει οπωσδήποτε τα δημόσια ήθη, διαφθείρει το καλλιτεχνικόν αίσθημα του κοινού ή νοθεύει και διαστρέφει το γνήσιον πνεύμα της παραδόσεως της ελληνικής μουσικής.».

Με το υπ’ αριθμ. 13/1-6-1967 ειδικό διάταγμα του αρχηγού του επιτελείου του ελληνικού στρατού Οδυσσέα Αγγελή απαγορεύεται δημόσια εκτέλεση, η ραδιοφωνική και τηλεοπτική μετάδοση καθώς η αναπαραγωγή και η εμπορία μουσικών έργων του Μίκη Θεοδωράκη. Το κείμενο το διατάγματος έγραφε: Απεφασίσαμεν και διατάσσομεν τα ακόλουθα, ισχύοντα διά ολόκληρον την επικράτειαν: Απαγορεύεται: α) Η ανατύπωσις ή η εκτέλεσις της μουσικής και των ασμάτων του κομμουνιστού συνθέτου Μίκη Θεοδωράκη, τέως αρχηγού της νυν διαλυθείσης κομμουνιστικής οργανώσεως ΄Νεολαία Λαμπράκη’, δεδομένου ότι η εν λόγω μουσική εξυπηρετεί τον κομμουνισμόν”.

Από τα πρώτα τραγούδια που λογοκρίθηκαν αρνητικά από τη Χούντα του Παπαδόπουλου το 1967 και αποσύρθηκαν από την κυκλοφορία, ήταν το πρώτο τραγούδι που ηχογράφησε ο Γιώργος Νταλάρας σε δίσκο 45 στροφών με μια μικρή δισκογραφική εταιρεία με την επωνυμία ‘’Αυλός’’ και είχε τίτλο ’Προσμονή’. Δημιουργοί του τραγουδιού ήταν ο Βασίλης Αρχιτεκτονίδης και Παναγιώτης Καλαποθαράκος . Το τραγούδι αυτό το ξαναηχογράφησε ο Νταλάρας μετά από εικοσι έξι χρόνια και το συμπεριέλαβε στο άλμουμ «Για τραγούδια εγώ φταίω»

Η λογοκρισία συνέχισε  το Θεάρεστο έργο της και μετά την μεταπολίτευση. Και στη δισκογραφία και στο κινηματογράφο και στα Θέατρα και παντού αλλά πιο μαλακά.

Τις περισσότερες όμως φορές χωρίς λόγο. Βλέπετε οι πληγές του εμφυλίου ήταν ακόμη νωπές και η καχυποψία των εθνικοφρόνων άκμαζε ακόμη.

Ένα τραγούδι που τάραξε τα νερά τους συστήματος και στο τσακ γλίτωσε από τη λαιμητόμο της “Ζαλοκώστα’’(παρότι είμαστε στο 1976) ήταν το παρακάτω: (Στίχοι: Φώντας Λάδης Μουσική: Μάνος Λοΐζος).

Στην Αθήνα μες το κέντρο φύτρωσε καινούργιο δέντρο

έχει κόκκινα τα φύλλα και ολόγλυκα τα μήλα

Σε πέντε έξι δεν αρέσει το χτυπάνε για να πέσει

μα εκείνο δε λυγάει κι όλο φυλλωσιές πετάει

Γύρω του λαός κι εργάτες το φυλάνε με τις βάρδιες

σ’ ένα χρόνο σ’ ένα μήνα  θα σκεπάσει την Αθήνα

Δεν ήταν εύκολο να το αποσύρουν αλλά δεν το καλοείδαν όπως και πολλά άλλα που προέτρεψαν του δημιουργούς να τροποποιήσουν τους στίχους και να τα ξανά ηχογραφήσουν. Υπόψη ότι λογοκρισία δεν υφίστατο μόνον ό στίχος αλλά και η μουσική γιαυτό οι δισκογραφικές εταιρείες πριν την έκδοση κάθε έργου υποχρεούνταν να υποβάλουν σε διπλούν παρτιτούρες με την μουσική και κείμενα με του στίχους των νέων τραγουδιών που συνοδευόταν και από ένα παχυλό παράβολο. Ας σημειωθεί ότι παρότι είχαν αδειοδοτηθεί και είχαν κυκλοφορήσει κάποια τραγούδια προβλέπόταν η δυνατότητα να ξαναλογοκριθούν και έτσι αποσύρθηκαν πολλά τραγούδια που είχαν πάρει άδεια αρχικά. Μετά υπήρχε και μια άλλου είδους λογοκρισία, αυτής της ραδιομετάδοσης. Δινόταν άδεια να κυκλοφορήσει ένα τραγούδια αλλά απαγορευόταν η μετάδοσή του από το ραδιόφωνο καθότι ήταν κρατικό. Αυτό όμως δεν γινόταν για λόγους φρονημάτων αλλά για «ποιοτικούς» και έτσι καρατομούνταν πολλά έργα χωρίς λόγο.

Η Λογοκρισία έδρευε στην οδό Ζαλοκώστα, μέσα στο κτίριο της Γενικής Γραμματείας Τύπου και Πληροφοριών. Ένας από τους διοικητικούς υπαλλήλους της λογοκρισίας που συναντούσαμε πάντα εκεί ήταν ο γιός του αείμνηστου Νίκου Χατζηαποστόλου Ανδρέας ο οποίος ήταν εξαιρετικός άνθρωπος και ήταν ο μόνος από τον οποίον μπορούσαμε να πάρουμε καμμιά κουβέντα.

Παρότι ο Μεταξάς επέβαλε και καθιέρωσε την λογοκρισία στη μουσική, η δισκογραφία ηODEON τον τίμησε αφιερωνωντάς του ένα τραγούδι που έγραψαν ο Μίνως Μάτσας τους στίχους και ο Σπύρος Περιστέρης τη μουσική. Το ερμήνεψε η καλύτερη τραγουδίστριας της τότε εποχής, η Γεωργία Μητάκη:

«Πάψτε παιδιά τα κλάμματα για τον σκληρό χαμό του 

για εκείνον μόνο η Ελλάς ήτανε το όνειρο του 

Το όραμα του το στερνό ήταν η νίκη μόνο

όσο γι αυτή ας κάνουμε  μεσ’ το πικρό μας πόνο

Ο Μεταξάς κι αν  πέθανε θα ζει για μας αιώνια

μεσ’ τη καρδιά μας θα κλειστεί γι όλα μας τα χρόνια 

Η Μεγαλόχαρη ψηλά θα τον κρατά κοντά της

και θα ναι της Ελλάδος μας παντοτινός προστάτης»

Εκτός από το Μεταξά, η Οdeon  και ο Σπύρος Περιστέρης ύμνησαν κι άλλες παρόμοιες προσωπικότητες.

Hλθε ο Κωνσταντίνος μας λεβέντης Κώστας Ρούκουνας (Σπύρου Περιστέρη) ODEON 1936

Ξύπνα μεγάλε Κωνσταντίνε Κώστας Ρούκουνας (Ιάκωβου Μοντανάρη) ODEON 1935

Μας ξανάρθες βασιλιά Μάρκος Βαμβακάρης (Μάρκου Βαμβακάρη) ODEON 1935

Παύτε παιδιά τα κλάματα (Για τον Ιωάννη Μεταξά) Γεωργία Μηττάκη (Σπύρου Περιστέρη – Μίνωα Μάτσα) ODEON 1946

Το λένε οι πετροπέρδικες (Γιώργο Παπαδόπουλε) (Γιώργου Κόρου-Χαράλαμπου Βασιλειάδη) ODEON 1969




		

ΜΟΙΡΑΣΕ ΤΟ