«Μοιάζει πιο πολύ παλιά η αισιοδοξία με την οποία η Γαλλική Επανάσταση είχε χαιρετίσει το νόμο ως λύτρωση από την τυραννία και ως βασιλική οδό προς την ελευθερία και την ισότητα. Ο ρόλος του νόμου άλλαξε θεμελιακά ήδη από τον 19ο αιώνα. Δεν ενσάρκωνε πια την ιδέα της επαναστατικής δικαιοσύνης. Έγινε ένα εργαλείο της αστικής πολιτικής στα χέρια των εθνικών κοινοβουλίων που στρεφόταν τόσο ενάντια στο φεουδαλικό παρελθόν όσο και στο ολοένα και πιο απειλητικό “κοινωνικό ζήτημα”. Με λίγα λόγια, ο νόμος έγινε ένα μέσο κοινωνικού ελέγχου. Έναν αιώνα αργότερα αυτή η σκέψη έχει γίνει τόσο αυτονόητη, που προκαλεί ενόχληση ακόμα και η διερώτηση τι άλλο θα μπορούσε να είναι ο νόμος εκτός από μια σχετικά εφήμερη, προσανατολισμένη σε ένα σκοπό πολιτική διαταγή που απευθύνεται στην κοινωνία». Τόσο οι αδύναμοι όσο και οι ισχυροί επικαλούνται το δίκαιο. Η σημασία του δικαίου, της πιο θεμελειώδους από όλες τις αυθεντίες, είναι αντικείμενο διαρκούς ερμηνείας. Παρά τις διαρκείς παραβιάσεις του δικαίου, οι εμπλεκόμενοι σε κάθε διένεξη σπεύδουν πάντοτε να δηλώσουν ότι ενεργούν εν ονόματι του δικαίου, ότι συμμορφώνονται με το νόμο, ή ότι υπηρετούν την ύψιστη αρχή που κρύβεται πίσω του, τον Θεό, την ηθική ή τη λαϊκή κυριαρχία. Ο Μίκαελ Στολλάις στα δύο αυτά δοκίμια πραγματεύεται δύο κομβικές μεταφορές που σχετίζονται με την εικόνα του νόμου. Το μάτι του νόμου, που εμφανίζεται ήδη από την αρχαιότητα συνδεδεμένο με τον ηγεμόνα, παράγει μια σειρά από θεμελιώδεις αναπαραστάσεις της δικαιοσύνης, οι οποίες διαπερνούν όλη την ιστορία του νεότερου δικαίου. Αντίστοιχα, η επίκληση του ονόματος του νόμου, με το βάρος και την ιερότητα της προσωποποίησής του, αποτελεί ένα από τα πιο παλιά γλωσσικά εργαλεία της κυριαρχίας. Ο Στολλάις διερευνά τις πηγές και την πορεία των δύο μεταφορών μέχρι σήμερα, φωτίζοντας τις μεταβολές στην έννοια και τη λειτουργία του νόμου και του δικαίου. (Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Ο Μίκαελ Στολλάις (Michael Stolleis) (γεν. 1941) έχει διατελέσει, από το 1975, καθηγητής Δημοσίου Δικαίου και Ιστορίας του Νεότερου Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Φραγκφούρτης και ταυτόχρονα, από το 1991, διευθυντής ερευνών στο Ινστιτούτο Max- Planck για την Ιστορία του Ευρωπαϊκού Δικαίου. Στο μεγάλο ερευνητικό και συγγραφικό του έργο περιλαμβάνονται μεταξύ άλλων τα βιβλία: Gemeinwohlformeln im nationsozialistischen Recht [Διατυπώσεις περί «κοινού συμφέροντος» στο εθνικοσοσιαλιστικό δίκαιο] (1976), Hermann Conring (1606-1681). Beiträge zu Leben und Werk [Χέρμαν Κόνρινγκ (1606-1681). Συμβολές στη ζωή και το έργο του] (1983), Geschichte des öffentlichen Rechts in Deutschland [Ιστορία του δημοσίου δικαίου στη Γερμανία]: Α΄ τόμος: 1600-1800 (1988), Β΄ τόμος: 1800-1914 (1992), Γ΄ τόμος: 1914-1945 (1999), Staat und Staatsräson in der frühen Neuzeit [Κράτος και κρατικό συμφέρον στην πρώιμη νεωτερικότητα] (1990), Recht im Unrecht [Το δίκαιο υπό το καθεστώς του μη-δικαίου] (1994), Geschichte des Sozialrechts in Deutschland [Ιστορία του κοινωνικού δικαίου στη Γερμανία] (2003).