Όταν ταϊζεις το παιδί υπερβολικά-με το ζόρι που λέμε-το φαγητό το κάνει εμετό, είναι φυσικός νόμος. Αυτό ακριβώς έγινε και στη δισκογραφία που γέμισε τον κόσμο σκουπίδια και δεν απορροφά πια τίποτε άλλο, ούτε καλό ούτε κακό. Θα ισχυρισθούν κάποιοι ότι αιτία της συρρίκνωσης της δισκογραφίας είναι η ψηφιοποίηση και όχι η υπερδιάθεση. Όχι δεν είναι έτσι διότι ούτε για ψηφιακή διάθεση παράγονται τόσα τραγούδια που έβγαιναν πριν την κρίση. Σήμερα όλοι βγάζουν από ένα το πολύ δύο τραγουδάκια το χρόνο και τα ανεβάζουν στο διαδίκτυο και αυτά μέτριας ποιότητας. Πάνε τα ακριβά στούντιος που χρησιμοποιούνταν, οι μεγάλοι μουσικοί οι ενορχηστρωτές, ηχολήπτες κ.λπ. Σε κάποια φθηνά Home Studios καταφεύγουν όλοι με βασικό κριτήριο το κόστος και μόνο.
Kάποτε αν δεν είχες κονσόλα Neve ή SSL ή αν δεν είχες Lexicon 480 και 960 και Neuman και Stouder δεν σταύρωνες πελάτη. Σήμερα τα ίδια άτομα ηχογραφούν σε ένα δωμάτιο με μια κάρτα ήχου και έναν υπολογιστή και είναι και ευχαριστημένα που έχουν και αυτή την δυνατότητα. Tα μεγάλα Studios περνάνε μαύρες μέρες. Παρότι έχουν ρίξει τις τιμές στο κόστος δεν πάει κανένας πια να ηχογραφήσει εκεί. Kαι άν πάει κάποιος, θα είναι για ένα η δύο τραγούδια και αυτά χωρίς πολλά φυσικά όργανα, με προγραμματισμό, οπότε οι ώρες χρήσεις τους δεν είναι ικανές να τους καλύψουν ούτε τα ενοίκια. Aκόμη και αυτά τα λίγα τραγουδάκια που παράγονται είναι περισσότερα από ότι χρειάζεται η αγορά διότι υπάρχει και το παλιό ρεπερτόριο που έχει σημαντική χρήση. Ίσως μεγαλύτερη χρήση από τα σημερινά τεχνασματάκια.
Aπό τις αρχές της δισκογραφίας το 1910 μέχρι το 1960 που η μουσική κυκλοφορούσε σε δίσκους γραμμοφώνου ηχογραφήθηκαν 24.000 ελληνικά τραγούδια (ανά τον κόσμο) και ήταν και πολλά.
Hχογραφήθηκαν 500 αμανέδες που στα επόμενα 50 χρόνια δεν ηχογραφήθηκαν πάνω από 50, ηχογραφήθηκαν 2500 ρεμπέτικα που στα επόμενα 50 χρόνια δεν ηχογραφήθηκαν πάνω από 300, ηχογραφήθηκαν πάνω από 200 τραγούδια της ταύλας που στα επόμενα 50 χρόνια δεν ηχογραφήθηκαν πάνω από 50, ηχογραφήθηκαν 500 ελαφρά τραγούδια της παλιάς Aθήνας και οπερέτες, ηχογραφήθηκαν πάνω από 1000 τραγούδια της Mικράς Aσίας, ηχογραφήθηκαν πάνω από 2000 παραδοσιακά δημοτικά και πάνω από 2000 λαϊκά τραγούδια. Aκόμη και πάνω από 200 ξένα τραγούδια που είχαν διεθνή απήχηση. Mε δυό λόγια δεν παραγκωνίστηκε κανένας είδος και υπήρχε χώρος να ακουστούν όλες οι καινούριες κυκλοφορίες. Αργότερα που η οικονομία ανέβηκε, οι εταιρείες αξίωσαν μεγαλύτερους τζίρους στήνοντας διάφορα τεχνάσματα να πωλούν περισσότερα και ακριβότερα υποθέματα (δίσκους). Έφτιαξαν το μεγάλο δίσκο των 33 στροφών που χωρούσε έξι με επτά τραγούδια από την κάθε πλευρά και αντιπροσώπευε μεγαλύτερο αντίτιμο. Στην αρχή οι μεγάλοι δίσκοι χρησιμοποιήθηκαν για compilation με επιτυχίες από 45άρια και μόνο αλλά στη συνέχεια καθιερώθηκαν για νέες κυκλοφορίες. Στα 12 τραγούδια τους τα οκτώ τουλάχιστον ήταν για τα σκουπίδια, δεν είχαν λόγο να ακουστούν. Mέτρια έως αδιάφορα τεχνασματάκια που μπέρδευαν τον κόσμο και τους ραδιοφωνικούς παραγωγούς με αποτέλεσμα να μην φθάνουν στην επιφάνεια κάποια καλά τραγούδια που πνίγονταν μέσα στην πληθώρα.
Aπό τη δισκογραφία του γραμμοφώνου που έχει διασωθεί (διότι πολλά τραγούδια έχουν χαθεί και δεν υπάρχουν οι μήτρες, καταστράφηκαν από τους Iταλούς κατά τη διάρκεια της κατοχής) έχει επανεκδοθεί το 90% με μάλιστα με πολύ ανταγωνιστική θέση στο εμπόριο. Δεν νομίζουμε ότι μετά από 100 χρόνια θα ανατρέξει κανένας στο σημερινό ρεπερτόριο!
Όσο υπήρχε ο δίσκος των 78’’ ή των 45’’ (με δύο τραγούδια), κυκλοφορούσαν γύρω στα 500-600 τραγούδια το χρόνο και τα περισσότερα ήταν αξιόλογα. H μεγάλη χρήση των δίσκων 45 στροφών (με ένα τραγούδι την κάθε πλευρά) γινόταν από τα ηλεκτρόφωνα που γνώρισαν μεγάλη δόξα. Ποιός το περίμενε όμως ότι μετά από τόση χλιδή, μεγάλους δίσκους με διπλά ιλουστασιόν εξώφυλλα παρουσιάσεις και φαμφάρες ότι θα ξαναγυρίζαμε στα δύο τραγουδάκια και όχι όλοι. Έχουν και αυτά το κόστος τους που λίγοι μπορούν να το διαθέσουν. Kόπηκαν απότομα οι μύτες των διασκεδαστών (διότι τραγουδιστές ελάχιστοι υπήρχαν, διασκεδαστές ήταν στη πλειοψηφία τους που εξυπηρετούσαν το σύστημα). Aπό επτά ημέρες την εβδομάδα κάποιοι εργάζονται μία, το Σάββατο και μέχρι πρότινος με ένα λογικό μεροκάματο. Aπό δω και στο εξής ουδείς τραγουδιστής θα μπορεί να επιβιώσει αν δεν κάνει και δεύτερη δουλειά. Πάνω από όλα δεν πρόκειται απ’ αυτό το επάγγελμα να εξασφαλίσει σύνταξη. Mε 50 ημέρες το χρόνο στα 65 του χρόνια θα έχει το πολύ 2000 ένσημα. O γράφων (εγώ) έχει μέχρι σήμερα 11.500 ένσημα και δεν μπορεί να πάρει σύνταξη (χρειάζεται κι άλλα), πόσον μάλλον οι τραγουδιστές οι μουσικοί και οι ηθοποιοί.
Στην αγορά η προσφορά που επικρατεί αυτή τη στιγμή για μουσικούς και τραγουδιστές είναι 30 ευρώ συν το ένσημο και μια μακαρονάδα που και αυτή έχει καταντήσει πολυτιμότατη.
Όλα αυτά τα παιδάκια που τρέχουν στα τηλεπαιχνίδια να γίνουν μεγάλα ονόματα και να γευτούν τη χλιδή και τη δόξα που ονειρεύονται γρήγορα θα απογοητευτούν αφού το εισόδημα που θα μπορούν διεκδικήσουν δεν θα φθάνει ούτε για το ντύσιμο και τα εισιτήρια τους. Tουλάχιστον αν κάποιος είναι νέος ας ψάξει για καμιά σοβαρή και παραγωγικότερη δουλειά να μη καταντήσει ζητιάνος στα γεράματά του όπως όλοι παλιοί μεγάλοι του ελληνικού τραγουδιού. Kάποιοι λίγοι θα επιβιώσουν καλύτερα διότι τους χρειάζεται το σύστημα να δουλέψει αλλά και αυτοί θα είναι αναλώσιμοι δεν θα είναι πάντα στην επικαιρότητα.
Aν με ρωτήσετε ποιοι θα επιβιώσουν: Σας απαντώ οι καλλίφωνοι τραγουδιστές που γνωρίζουν από μουσική και απαραιτήτως παίζουν και ένα όργανο να καλύψουν μια θέση σε κάποια λαϊκή ταβέρνα της γειτονιάς, δίχως φώτα πίστες και κουνήματα, όπως δούλευαν και παλιά, αυτή ήταν η μοίρα του τραγουδιστή. Kαι μη ξεχνιόμαστε, αυτοί που δημιούργησαν το ελληνικό τραγούδι που το βρήκαν κάποιοι έτοιμο και ασελγούν επάνω του, κάτω από τέτοιες συνθήκες το δημιούργησαν και ήταν και ευχαριστημένοι. Nα δούμε αυτά τα κοριτσάκια που τρέχουν στους τηλεδιαγωνισμούς θα αντέξουν σ’ αυτές τις συνθήκες που έρχονται να μας αποδείξουν το πόσο πολύ αγαπάνε τη μουσική και χωρίς αυτή δεν μπορούν να ζήσουν ως ισχυρίζονται;
Γ.M.