Η ιδέα που έχουν οι περισσότεροι άνθρωποι για το tango είναι ότι πρόκειται για ένα χορό άκρως αισθησιακό, τον πιο ερωτικό ίσως, που έγινε ποτέ. Και δεν έχουν άδικο. Παρακολουθώντας ένα ζευγάρι να χορεύει tango, σου δημιουργείται n εντύπωση ότι παλεύει ή ότι προετοιμάζεται βιαίως για μια ερωτική πράξη. Το αρσενικό καθοδηγεί το θηλυκό κρατώντας το απαλά, μα αυστηρά από την πλάτη, το θηλυκό υποτάσσεται πλήρως στις κινήσεις του καβαλιέρου του, τα κορμιά τους μόλις που αγγίζονται, πλησιάζουν και απομακρύνονται ξανά και ξανά, μοιάζουν να κυνηγιούνται, να ποθούνται και να απωθούνται ταυτόχρονα. Το tango ωστόσο δεν είναι συνώνυμο μονάχα του ερωτικού πάθους. Σημαίνει πολύ περισσότερα απ’ αυτό.
Γεννήθηκε στο Buenos Aires της Αργεντινής γύρω στο 1880, στις κακόφημες γειτονιές της πόλης από τους μαστροπούς, τους φτωχούς ιθαγενείς και τους μετανάστες ‘γκάουτσος’, τους κτηνοτρόφους των αργεντινικών κάμπων. Πολλοί είναι εκείνοι, που υποστηρίζουν ότι πρόκειται για αρχαίο αιγυπτιακό χορό μαυριτανικής καταγωγής, ενώ οι Γάλλοι επιμένουν ότι το tango είναι γαλλικός χορός του 17ου αιώνα. Το πιο πιθανόν είναι πάντως ότι προέρχεται από την κουβανέζικη habanera και τη milonga, χορό της Αργεντινής και της Ουρουγουάης, καθώς μάλιστα, ο πιο αντιπροσωπευτικός τύπος του tango ονομάζεται ακόμη και σήμερα, tango milonga.
Όπως και να έχει, το tango –που σημαίνει στα ισπανικά γενικά γιορτή ή λαϊκό χορό- αρχικά εξέφραζε χορευτικά μεν, τη ‘μαγκιά’ των ανθρώπων του υποκόσμου, ηχητικά δε, τη νοσταλγία των μεταναστών για τις χαμένες πατρίδες τους. Νοσταλγία, που επέτεινε ο ήχος του bandoneon, ενός τύπου μικρού ακορντεόν με κουμπιά αντί για πλήκτρα, εφεύρεση του Γερμανού Ban, που εισήχθη στην Αργεντινή στις αρχές του 20ου αιώνα κι έγινε από τότε, το πλέον τυπικό όργανο του tango. Νοσταλγία διάχυτη και στους στίχους των περισσοτέρων τραγουδιών, που ψάλλουν διαλυμένους έρωτες και μακρινές πατρίδες. Χαρακτηριστικό μάλιστα, είναι ότι το Buenos Aires είχε υμνηθεί περισσότερο από κάθε άλλη πόλη από τους τοπικούς καλλιτέχνες της σε μελαγχολικά tango, τα οποία εγκωμιάζουν το λιμάνι του, τον ουρανό και το γεμάτο φεγγάρι του, τους ζεστούς ανθρώπους του και την ιστορία του.
Η πρώτη κλασική ορχήστρα της νέας μουσικής λεγόταν Orquestra Tipica Criolla, ο άνθρωπος όμως που έδωσε ώθηση στο tango και το αναβίβασε από χορό του υποκόσμου, σε χορό της καλής κοινωνίας ήταν ο Carlos Gardel (1890-1935). Γιος αγνώστου πατρός, γεννημένος στη Γαλλία, ο Gardel υπήρξε κυρίως, ο δημιουργός του Tango Cancion, του φωνητικού δηλαδή tango, βάζοντας στίχους στο παλιό μουσικό μοτίβο του ‘Lita’, το οποίο μετονομάστηκε σε ‘Μi noche triste’. Μέχρι τότε (το 1917 δηλαδή), το tango ήταν μόνο μουσική και χορός. Με τον Gardel έγινε και ποίηση, λόγος, φωνή γεμάτη συναίσθημα. Επίσης, με μια σειρά από περιοδείες, συναυλίες και ταινίες, όπως οι: ‘Cuesta abajo’, ‘El tango en Broadway’, ‘El dia que me quieras’ κατόρθωσε να το κάνει γνωστό και αγαπητό σε Ευρώπη και Αμερική.
Έτσι, την εποχή του μεσοπολέμου, και η Ευρώπη πια, μαζί και η Ελλάδα, επιδίδονται με πάθος στους ρυθμούς των: ‘Media Luz’, ‘Adios Muchachos’, ‘La Cumparsita’ σε χοροδιδασκαλεία και χοροεσπερίδες, ενώ το Βατικανό απειλεί με αφορισμό, όσους χορεύουν τον ‘δαιμονικό χορό’, ενώ ο Gardel βρίσκει τραγικό θάνατο σ’ ένα αεροπορικό δυστύχημα στην Κολομβία, μαζί με δύο από τους κιθαρίστες του, καθώς και τον σεναριογράφο των ταινιών του και συγγραφέα των στίχων των τελευταίων τραγουδιών του, Alfreadole Pera.
Κι ενώ το tango αρχίζει να ξεπέφτει την εποχή της δικτατορίας στην Αργεντινή, γύρω στα 1946, ο Juan Peron το επαναφέρει στη μόδα και ο παλιός συνεργάτης του Gardel, Astor Pίazzolla του δίνει νέα πνοή, αντιμετωπίζοντάς το με τρόπο πολυδιάστατο και πρωτοποριακό σε έργα, όπως τα: ‘Tango Zero Hour’, ή ‘Libertango’, τα οποία τον αναδεικνύουν ως τov πιο σημαντικό ‘tanguero’ της εποχής μας.
Στις ημέρες μας, το tango ζει και πάλι μια μικρή αναγέννηση, αν και η σύγχρονη γενιά, το θεωρεί παρωχημένο και ο χορός έχει πάψει προ πολλού να αποτελεί υπόθεση για δύο. Ωστόσο, κάποια μικρά clubs της πόλης, το βάζουν πού και πού στο πρόγραμμά τους, οι σχολές χορού το περιλαμβάνουν στα μαθήματά τους, η Sally Potter γυρίζει το ‘Tango lesson’, το ‘Al Aldar’ διοργανώνει μέσα στο Δεκέμβριο βραδιές tango και με το νέο έτος, μια ενδιαφέρουσα έκθεση ζωγραφικής, ενώ το Μέγαρο Μουσικής ετοιμάζεται να φιλοξενήσει το Φεβρουάριο τους Sexteto Mayor και τους Tango Passion στην παράσταση ‘100 χρόνια tango’.
Και όλοι όσοι έχουν ζήσει και υποφέρει, νιώθουν ένα γλυκό κόμπο στο λαιμό, ακούγοντας τους στίχους του θλιμμένου tango του Roberto Guyeneche: ‘Κουβαλάω μέσα μου το Νότο, όπως ένα πεπρωμένο της καρδιάς… Αισθάνομαι το Νότο, όπως το κορμί σου στις οικείες μας στιγμές…’ Tango του έρωτα, του φόβου, του πάθους, tango της νοσταλγίας και της λησμονιάς, της αναμονής και της δικαίωσης, της πατρίδας και όλων των πατρίδων… Tango της καρδιάς!